Ψυχολογία: η επιστήμη με το μακρύ παρελθόν και τη σύντομη ιστορία

(Ebbinghaus)

Η φθαρτότητα της ανθρώπινης φύσης προκάλεσε την ανάγκη στον άνθρωπο να νοηματοδοτήσει την ατελή ύπαρξή του και να απαντήσει σε θεμελιώδη υπαρξιακά ερωτήματα αναφορικά με τον εαυτό του, την θέση του στον επίγειο κόσμο και στη μεταθανάτια διάσταση. Ως εκ τούτου, στράφηκε στη διερεύνηση του εσωτερικού του κόσμου με γνώμονα την κατανόηση του τρόπου σκέψης, δράσης και συναίσθησης σε συνάρτηση με τον εαυτό και το περιβάλλον του.

Έτσι, αναδύθηκε η Ψυχολογία. Μία εμπειρική επιστήμη που διερευνά τη συμπεριφορά, το βίωμα και τις γνωστικές κατασκευές του ανθρώπου. Κύριος στόχος των επιστημόνων αποτελεί η ερμηνεία, η πρόβλεψη και η τροποποίηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η Ψυχολογία γεννήθηκε μέσα από τις επιστήμες της φιλοσοφίας, της κοινωνιολογίας, της βιολογίας.

Αν και ο όρος της ψυχολογίας επινοήθηκε στη νεότερη Ιστορία, εντούτοις, οι ρίζες της απλώνονται στην αρχαία Ελλάδα. Ο Σωκράτης, ο Πλάτωνας και κυρίως, ο Αριστοτέλης, εμβάθυναν σε ψυχολογικές προεκτάσεις της νόησης και της συμπεριφοράς, υπό το πρίσμα των φιλοσοφικών τους θεωρήσεων. Χαρακτηριστική καταγραφή ψυχολογικών απόψεων αποτελεί το Αριστοτελικό έργο ΄΄Περί Ψυχής΄΄, στο οποίο, μεταξύ άλλων, αποτυπώνονται η άρρηκτη σύνδεση της ψυχής με το σώμα και οι ψυχικές λειτουργίες. Επίσης, τα μικρά συγγράμματα του Αριστοτέλη θυμίζουν ψυχολογικά δοκίμια της εποχής: ΄΄Περί αισθήσεως και αισθητών΄΄ , ΄΄Περί μνήμης και αναμνήσεως΄΄, ΄΄Περί ύπνου και εγρήγορσης΄΄ , ΄΄Περί νεότητος και γήρατος΄΄, ΄΄Περί ζωής και θανάτου΄΄, ΄΄περί αναπνοής΄΄. Ο Πλάτωνας διέκρινε την ψύχη σε τρία μέρη: το λογιστικό (λογικό), θυμοειδές (συναισθηματικό) και επιθυμητικό (επιθυμίες), προσδίδοντάς στην ψυχή αθάνατη διάσταση, σε αντίθεση με τη φθαρτότητα του σώματος που την περικλείει. Ακόμη, ο Ιπποκράτης αναγνώρισε βιολογικές και γενετικές επιδράσεις στον εγκέφαλο και την ψυχολογία του ατόμου, ενώ υποστήριξε πως η νόσος ξεκινά από την ψυχή.

Στις επόμενες χρονικές περιόδους της Ιστορίας και μέχρι την Αναγέννηση, παρατηρήθηκε απουσία νέων επιστημονικών δεδομένων στο ευρύτερο πεδίο της ψυχολογίας, ενώ η αριστοτελική και πλατωνική κληρονομιά εμπότιζε τις ψυχολογικές αναφορές του Μεσαίωνα. Μετά τον 16ο αιώνα, η ανάπτυξη των φυσικών επιστημών ευνόησε την ανάδυση του ενδιαφέροντος για την ψυχολογία μέσω της συστηματικής παρατήρησης και του πειράματος. Ένα από τα πλέον αμφιλεγόμενα διλήμματα των επιστημόνων αφορούσαν στην έμφυτη ή επίκτητη φύση των ικανοτήτων και των τάσεων του ανθρώπου.

Το ρεύμα του εμπειρισμού διέδωσε την αντίληψη ότι οι γνώσεις δομούνται μόνο μέσω των αισθήσεων που προσλαμβάνουν τα περιβαλλοντικά ερεθίσματα. Αυτή η θεώρηση διευκόλυνε την μελέτη της ψυχολογίας μέσω εμπειρικών δεδομένων. O Γάλλος Φυσιολόγος Flourens (1815) διενεργώντας πειράματα σε ζώα υποστήριξε ότι το κάθε τμήμα του εγκεφάλου είναι αρμόδιο για διαφορετικές νοητικές λειτουργίες. Η Δαρβινική θεωρία της εξέλιξης (1859) των έμβιων όντων έστρεψε περισσότερο την ψυχολογική έρευνα στην παρατήρηση της συμπεριφοράς των ζώων.

Η γέννηση της ψυχολογίας ως ανεξάρτητη εμπειρική επιστήμη τοποθετείται χρονικά με την ίδρυση του πρώτου εργαστηρίου πειραματικής ψυχολογίας από τον W.Wundt στο πανεπιστήμιο της Λειψίας το 1879, ενσωματώνοντας την πειραματική μεθοδολογία ως την επιστημονική βάση της Ψυχολογίας. Ο Wundt όρισε τις έννοιες της συνείδησης και της ενδοσκόπησης ως τις εσωτερικές λειτουργίες του ατόμου, με τις οποίες επεξεργάζεται και ερμηνεύει τα εξωτερικά ερεθίσματα

Στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού, εμφανίζονται τα πρώτα ψυχολογικά ρεύματα, τα οποία διαφοροποιούνται μεταξύ τους ως προς το θεωρητικό υπόβαθρο, τη μεθοδολογία και τις τεχνικές που εφαρμόζουν.

Οι θεωρίες του Freud S. (τέλη 19ου αι.), θεμελιωτή της Ψυχανάλυσης, αποτέλεσαν τη βάση για την ανάπτυξη της ψυχοθεραπείας, ως μία -δια του λόγου- μέθοδο παρέμβασης ψυχοσυναισθηματικών διαταραχών. Ο Freud υποστήριζε πως η περιοχή του ασυνείδητου, η οποία συγκεντρώνει τις ενστικτώδεις ενορμήσεις και τις απωθημένες αναμνήσεις, επιδρά καθοριστικά στη σκέψη, το συναίσθημα και τη συμπεριφορά του ανθρώπου. Οι ενορμήσεις διακρίνονται στις σεξουαλικές (εξελικτικά στάδια: στοματικό, πρωκτικό, φαλλικό, Οιδιπόδειο) και του θανάτου (επιθετικότητα). Το ασυνείδητο, σύμφωνα με την Ψυχαναλυτική θεώρηση, εκφράζεται διαμέσου των ονείρων, των παραδρομών της γλώσσας και των δυσλειτουργικών συμπτωμάτων. Στη συνέχεια, μαθητές του Freud και μεταγενέστεροι ψυχαναλυτές, όπως ο Adler A. και ο Jung C., εισήγαγαν σημαντικές θεωρητικές και μεθοδολογικές παραλλαγές της ψυχαναλυτικής σχολής.

Το ρεύμα του συμπεριφορισμού (αρχές 20ού αι.), με κυριότερους εκπροσώπους τον Watson J., τον Skinner B., τον Thorndike E. και τον Pavlov I., προσέφερε μία πολύτιμη εναλλακτική οπτική στην ψυχολογία, δίνοντας έμφαση στη συστηματική παρατήρηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς ως μέσο για την ερμηνεία, την πρόβλεψη και τον έλεγχό της, ενώ παράλληλα αγνόησε τις ασυνείδητες διεργασίες. Θεωρείται ότι οι εξωτερικοί παράγοντες μπορεί να ενισχύσουν ή αντιθέτως να αποδυναμώσουν μία συμπεριφορά κι ως εκ τούτου, όταν ένα εξωτερικό ερέθισμα παράγει θετικό αποτέλεσμα, τότε η ατομική συμπεριφορά που το προκαλεί, επαναλαμβάνεται και εδραιώνεται. Ο Bandura εισήγαγε, αργότερα, την κοινωνικογνωστική θεωρία, κατά την οποία η μάθηση προκύπτει μέσω της μίμησης και νέα μιμητικά πρότυπα δύνανται να τροποποιήσουν τη συμπεριφορά.

Ο Rogers C. και ο Maslow A. (δεκαετία 1940) εισηγήθηκαν την προσωποκεντρική – μη κατευθυντική προσέγγιση της ψυχολογίας, υποστηρίζοντας πως οι άνθρωποι διαθέτουν έμφυτες δυνατότητες επίλυσης κάθε δυσκολίας που συναντούν και ο ρόλος του θεραπευτή έγκειται στην ανάδειξη και ενεργοποίηση των δυνάμεων του πελάτη, ο οποίος δεν λογίζεται ως ασθενής. Η ατομική ευθύνη, η υποκειμενική θέαση και η απόλυτη αποδοχή του πελάτη αποτελούν βασικούς πυλώνες της ανθρωπιστικής προσέγγισης.

Η μορφολογική προσέγγιση – Gestalt (1950) ιδρύθηκε από τον Perls F. με κυρίαρχο προσανατολισμό την επίγνωση του ατόμου σε αυτό που βιώνει στο παρόν, απαλλαγμένος από την επιρροή που του προκαλούν τα τραύματα του παρελθόντος και οι ματαιώσεις του μέλλοντος. Η αντιληπτική ικανότητα του ατόμου λειτουργεί ολιστικά και τα επιμέρους στοιχεία δεν αθροίζονται αλλά αξιολογούνται ως σύνολα.

Η απουσία νοητικών κατασκευών από την θεώρηση του συμπεριφορισμού, οδήγησε στην ανάπτυξη της γνωστικής προσέγγισης από τους Beck A. Και Ellis A. (1960), κατά την οποία οι γνωστικές λειτουργίες του ανθρώπου, όπως είναι η μάθηση, η αντίληψη, η προσοχή, η μνήμη, η σκέψη, επεξεργάζονται τα εξωτερικά ερεθίσματα και το αποτέλεσμα της γνωστικής διαδικασίας επηρεάζει την εκδηλούμενη συμπεριφορά. Η θεραπεία εστιάζει στο πρόβλημα όπως εκδηλώνεται στο παρόν και η ανακούφιση του συμπτώματος όπως και η αλλαγή συμπεριφοράς επιτυγχάνεται με τροποποίηση των γνωστικών σχημάτων, δηλαδή της σκέψης. Η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία συνδυάζει τεχνικές και συμπληρώνεται μέσα από τις δύο προσεγγίσεις που προέρχεται.

Η Συστημική προσέγγιση (Οικογενειακή θεραπεία) (δεκαετία ’50), με σημαντικούς εκφραστές την Satir V. και Minuchin S., βασίστηκε στην θεωρία των Συστημάτων του Βιολόγου Bertalanffy. Ο άνθρωπος γεννιέται και αναπτύσσεται μέσα σε συστήματα -με βασικότερο την οικογένεια- από τα οποία προσλαμβάνει έντονη επιρροή και διαμορφώνεται. Αυτό σημαίνει ότι ένα κοινωνικό/οικογενειακό σύστημα δεν συνεπάγεται απλώς το άθροισμα των μερών του αλλά εμπεριέχει τις αμέτρητες αλληλεπιδράσεις των μελών που το απαρτίζουν και τελικώς καθορίζουν τη συμπεριφορά και το σύμπτωμα που εκδηλώνει.

Η υπαρξιακή θεώρηση στην ψυχολογία και την ψυχοθεραπεία, με σημαντικούς εκπροσώπους της τον Yalom I. και τον May R., είναι η βαθύτερη και ευαισθητοποιημένη προσέγγιση απέναντι στα θεμελιώδη ζητήματα της ανθρώπινης ύπαρξης, όπως είναι η νοηματοδότηση της ζωής, η φθορά, ο θάνατος, η μοναξιά, η ελευθερία. Εστιάζει στη μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου και η θεραπεία επιτυγχάνεται μέσω της θεραπευτικής σχέσης. Το φιλοσοφικό και αξιακό υπόβαθρο της υπαρξιακής θεώρησης μπορεί να εφαρμοστεί και σε άλλες ψυχολογικές προσεγγίσεις, όπως η συστημική.

Ολοκληρώνοντας την πλούσια ιστορική αναδρομή κατά την ανάπτυξη της Ψυχολογίας, είναι σημαντικό να καταγραφεί πως οι σύγχρονες επιστημονικές αναφορές υποστηρίζουν την άρρηκτη πολυπαραγοντική συσχέτιση μεταξύ βιολογικών λειτουργιών, νευρωνικών κυκλωμάτων του εγκεφάλου (νευροδιαβιβαστές), γνωστικών κατασκευών (σκέψη – αντίληψη) και πρότερων εμπειριών (βιώματα), που συνδιαμορφώνουν την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης σύνθεσης και στάσης.

Δ. Μπαμπούσης

Δημοσίευση στο περιοδικό ψυχολογίας ΄΄Εντελέχεια΄΄ (Ιούν.2021)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Βοσνιάδου, Σ. (2005). Εισαγωγή στην Ψυχολογία, Εκδόσεις Gutenberg.

Ξυροτήρης Η. (1967). Παιδαγωγικά και Ψυχολογικά μελετήματα.

Ποταμιάνος Γ. & Αναγνωστόπουλος Φ (2012). Προσωπικότητα. Θεωρίες, κλινική πρακτική και έρευνα, Εκδόσεις Παπαζήσης.

Hayes, N. (1998). Εισαγωγή στην Ψυχολογία, Τόμος Α, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα.